ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΓΛΩΣΣΑ Α’ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
ΕΝΟΤΗΤΑ 2
Στην
Αθήνα διδάσκουν και συμβουλεύουν τα παιδιά με φροντίδα. Πρώτα μεν και η τροφός
και η μητέρα και ο παιδαγωγός και ο ίδιος ο πατέρας φροντίζουν πώς θα γίνει το
παιδί άριστο, διδάσκοντας ότι το ένα (είναι) δίκαιο , το άλλο άδικο και αυτό
μεν (είναι) καλό, το άλλο όμως είναι αισχρό. Έπειτα δε, όταν τα παιδιά φτάσουν
στην κατάλληλη ηλικία, οι γονείς (τα) στέλνουν στα σπίτια των δασκάλων, όπου οι
μεν δάσκαλοι της γραφής και της ανάγνωσης (οι γραμματιστές) φροντίζουν να
μάθουν γράμματα και να καταλαβαίνουν όσα έχουν γραφεί, οι δε κιθαριστές με το
να παίζουν λύρα προσπαθούν να κάνουν αυτά πιο ήρεμα και εξοικειώνουν τις ψυχές
των παιδιών με το ρυθμό και την αρμονία. Επιπλέον τα παιδιά συχνάζουν στα γυμναστήρια
και τις παλαίστρες, όπου οι δάσκαλοι της γυμναστικής (οι παιδοτρίβες) κάνουν τα
σώματά τους καλύτερα για να μην αναγκάζονται να δειλιάζουν εξαιτίας της κακής
σωματικής κατάστασης.
ΕΝΟΤΗΤΑ 3
Οι
Αθηναίοι, όπως και αυτοί που κατοικούν στις άλλες πόλεις, ασκούν πολλά
επαγγέλματα στη ζωή, για να εξασφαλίζουν τα αναγκαία: ο Ναυσικύδης, που ήταν
ναυτικός, μεριμνούσε για τη συντήρηση του εαυτού του και των δικών του και το
ίδιο ακριβώς έκαναν και ο Ξένων, ο έμπορος και ο Ξενοκλής, ο μικροπωλητής. Ο
Πολύζηλος με την παρασκευή κριθάλευρου έτρεφε τον εαυτό του και τους οικιακούς
δούλους, ακόμα δε πολλές φορές προσέφερε δημόσια υπηρεσία με δικά του χρήματα
στην πόλη. Ο Γλάυκων ο Χολαργεύς ήταν γεωργός και έτρεφε βόδια, ο δε Δημέας
ζούσε από την τέχνη της κατασκευής χλαμύδων, οι περισσότεροι δε από τους
Μεγαρείς από την τέχνη της κατασκευής εξωμίδων. Όχι λίγοι από τους πολίτες
μάθαιναν καλά κάποια τέχνη, όπως παραδείγματος χάρη (την τέχνη) του μαρμαρά,
του κεραμέα, του οικοδόμου, του τσαγκάρη και εξασφάλιζαν πάρα πολλά αναγκαία για
τη ζωή.
ΕΝΟΤΗΤΑ 4
Πλέουμε
περίπου 300 στάδια και αγκυροβολούμε σε μικρό και έρημο νησί. Και αφού μείναμε
πέντε ημέρες στο νησί, την έκτη ξεκινάμε και την όγδοη διακρίνουμε πολλούς
ανθρώπους να τρέχουν εδώ κι εκεί στο πέλαγος, που έμοιαζαν μ’ εμάς σε όλα και
στα σώματα και στα μεγέθη εκτός από τα πόδια μόνο∙ γιατί αυτοί (τα) έχουν
κατασκευασμένα από φελλό∙ γι’ αυτόν το λόγο, μάλιστα, νομίζω και ονομάζονται
Φελλόποδες. Απορούμε, λοιπόν, βλέποντας να μην βουλιάζουν, αλλά να μένουν πάνω
στα κύματα και να βαδίζουν χωρίς φόβο. Αυτοί, λοιπόν, και πλησιάζουν και μας
χαιρετούν με ελληνική φωνή και λένε ότι βιάζονται (να φτάσουν) στην πατρίδα
τους. Μέχρι, ενός σημείου, λοιπόν, μας συνοδεύουν τρέχοντας δίπλα μας, έπειτα
αλλάζουν δρόμο και προχωρούν ευχόμενοι σ’ εμάς καλό ταξίδι.
ΕΝΟΤΗΤΑ 5
Κάποιοι
από τους ηγέτες της Αθήνας έλεγαν ότι δήθεν μεν γνωρίζουν το δίκαιο, λόγω, όμως
της φτώχειας του λαού αναγκάζονται να είναι πολύ άδικοι απέναντι στις (άλλες)
πόλεις. Εξαιτίας αυτού επιχείρησα να διερευνήσω εάν θα μπορούσαν με κάποιο
τρόπο να συντηρηθούν οι πολίτες από τη χώρα τους. Άρχισα, μεν, λοιπόν, αμέσως
να σχηματίζω αυτή τη γνώμη, ότι δηλαδή η χώρα είναι από τη φύση της ικανή να
παρέχει πάρα πολλούς πόρους. Γιατί οι μεν εποχές εδώ είναι πάρα πολύ ήπιες∙
γιατί και τα φυτά που σε πολλά άλλα μέρη ούτε καν φυτρώνουν, εδώ καρποφορούν.
Όπως ακριβώς, λοιπόν, η γη έτσι και η θάλασσα γύρω από τη χώρα είναι πάρα πολύ
προσοδοφόρα. Και ασφαλώς όσα, βέβαια, αγαθά οι θεοί παρέχουν σε κάθε εποχή και
αυτά όλα εδώ μεν πάρα πολύ νωρίς αρχίζουν, πάρα πολύ δε αργά λήγουν. Πέρα από
αυτά και διαρκή αγαθά έχει η χώρα. Υπάρχει μεν εκ φύσεως σε αυτή τη χώρα άφθονο
μάρμαρο, από το οποίο γίνονται μεν πάρα πολύ όμορφοι ναοί, πάρα πολύ όμορφοι δε
βωμοί και πάρα πολύ κομψά αγάλματα θεών. Υπάρχουν, όμως και μερικές περιοχές
που, όταν καλλιεργούνται, δεν καρποφορούν, όταν όμως αξιοποιούνται για εξόρυξη,
μπορούν να θρέψουν πολύ περισσότερους από όσους θα έτρεφαν, αν καλλιεργούνταν.
Και ασφαλώς έχει κοιτάσματα αργύρου.
ΕΝΟΤΗΤΑ 6
Ένα
μεγάλο ελάφι την εποχή του καλοκαιριού διψώντας φτάνει κοντά σε κάποια πηγή
καθαρή και βαθιά και, αφού ήπιε, όσο ήθελε, παρατηρούσε τη μορφή του σώματός
του. Και κυρίως μεν επαινούσε τη μορφή των κεράτων με την ιδέα ότι ήταν στολίδι
για όλο το σώμα του. Κατηγορούσε, όμως, τα αδύνατα πόδια, επειδή κατά τη γνώμη
του δεν μπορούσαν να αντέξουν όλο το βάρος. Κι ενώ ασχολούνταν με αυτά, και
γάβγισμα σκυλιών ακούγεται και κυνηγοί κοντά. Αυτό, λοιπόν, άρχισε να τρέχει
ορμητικά και όσο έτρεχε σε ομαλό έδαφος, σωζόταν από την ταχύτητα των ποδιών.
Όταν, όμως, έπεσε σε πυκνό και δασύ δάσος, επειδή του μπλέχτηκαν τα κέρατα,
παγιδεύτηκε και έμαθε εξ ιδίας πείρας ότι πράγματι ήταν άδικος ατομικός κριτής,
επειδή κατηγορούσε μεν αυτά που το έσωζαν, ενώ επαινούσε αυτά που το πρόδωσαν.
ΕΝΟΤΗΤΑ 7
Ο
Αλέξανδρος δε, όταν έφτασε στο Γόρδιο, τον κατέλαβε πόθος να δει την άμαξα του
Γορδίου και το δεσμό του ζυγού της άμαξας. Και μεταξύ άλλων, λοιπόν και αυτό
λεγόταν για την άμαξα, όποιος, δηλαδή, λύσει το δεσμό του ζυγού της άμαξας, ότι
αυτός ήταν ορισμένο από τη μοίρα να εξουσιάσει. Ήταν, λοιπόν, ο δεσμός από
φλοιό κρανιάς και δεν φαινόταν αυτού ούτε τέλος, ούτε αρχή. Ο Αλέξανδρος,
λοιπόν, επειδή αδυνατούσε να βρει τη λύση του δεσμού, δεν ήθελε δε να τον
αφήσει άλυτο, μήπως αυτό προκαλέσει αναταραχή στο πλήθος, αφού χτύπησε με το
ξίφος το δεσμό, είπε και ότι λύθηκε. Απαλλάχτηκε, λοιπόν, από την άμαξα και ο
ίδιος και οι σύντροφοί του με την ιδέα ότι ο χρησμός για τη λύση του δεσμού
είχε εκπληρωθεί. Και πράγματι και τη νύχτα εκείνη και βροντές και λάμψη από τον
ουρανό έδωσαν σημείο επιδοκιμασίας∙ και γι’ αυτόν το λόγο προσέφερε θυσίες την
επόμενη μέρα ο Αλέξανδρος στους θεούς που του φανέρωσαν και τα σημάδια και τον
τρόπο λύσης του δεσμού.
ΕΝΟΤΗΤΑ 9
ΕΝΟΤΗΤΑ 9
Επειδή
βλέπω, Νικοκλή, ότι εσύ τιμάς τον τάφο του πατέρα σου όχι μόνο με το πλήθος και
τη λαμπρότητα των προσφορών σου, αλλά και με χορούς και μουσικούς και
αθλητικούς αγώνες, θεώρησα ότι ο Ευαγόρας, αν νιώθουν κάτι οι νεκροί για όσα
γίνονται εδώ, χαίρεται βλέποντας και τη φροντίδα για τον εαυτό του και τη
μεγαλοπρέπεια των τιμών σου προς αυτόν. Και θα όφειλε πολύ μεγαλύτερη
ευγνωμοσύνη, εάν κάποιος μπορούσε να μιλήσει όπως του αξίζει για τις συνήθειες
του βίου και τις επικίνδυνες πράξεις (του)∙ γιατί θα διαπιστώσουμε ότι οι
φιλόδοξοι και γενναίοι άντρες κάνουν τα πάντα (φροντίζοντας) πως θα αφήσουν
πίσω τους αθάνατη την υστεροφημία τους. Και ποιος δεν θα στενοχωριόταν, όταν
βλέπει ότι αυτοί που έζησαν τον καιρό των Τρωικών υμνούνται, ενώ για τον εαυτό
του γνωρίζει εκ των προτέρων ότι ποτέ δε θα κριθεί άξιος για τέτοιους επαίνους;
Και αιτία γι’ αυτά (είναι) ο φθόνος∙ γιατί τόσο μικρόψυχοι είναι μερικοί από τη
φύση τους ώστε με μεγαλύτερη ευχαρίστηση θα άκουγαν να επαινούνται αυτοί για
τους οποίους δεν γνωρίζουν εάν έχουν υπάρξει, παρά αυτοί από τους οποίους
συμβαίνει να έχουν ευεργετηθεί.
ΕΝΟΤΗΤΑ 10
Αυτό
μεν ακούω από πολλούς, ότι, δηλαδή, απ’ όλα τα περιουσιακά στοιχεία το πιο
σημαντικό είναι ο φίλος ο πιστός και καλός, όμως, οι περισσότεροι φροντίζουν
περισσότερο για οτιδήποτε άλλο παρά για την απόκτηση φίλων. Γιατί πράγματι
σπίτια και αγρούς και δούλους και ζώα και σκεύη με φροντίδα αποκτούν, το φίλο,
όμως, που υποστηρίζουν ότι είναι το μεγαλύτερο αγαθό, δεν φροντίζουν να
αποκτήσουν. Και, όμως, ποιο άλογο ή ποιο ζευγάρι ζώων είναι τόσο σημαντικότερο
όσο βέβαια ο καλός φίλος; Ποιος δούλος τόσο ευνοϊκός και πιστός; Ή ποιο άλλο
απόκτημα τόσο χρήσιμο σε όλα; Γιατί ο καλός φίλος αφιερώνεται στην κάλυψη των
αναγκών του φίλου του και, αν χρειάζεται να κάνει καλό σε κάποιον, τον ενισχύει
βοηθώντας τον, και, αν κάποιος φόβος (τον) ταράζει, τον βοηθά μαζί με άλλους,
και όταν μεν ευτυχεί, του προσφέρει μεγάλη ευχαρίστηση, ενώ, όταν δυστυχεί,
καταβάλλει πάρα πολλές προσπάθειες να τον στήσει πάλι στα πόδια του. Αλλά,
όμως, μερικοί προσπαθούν μεν να καλλιεργήσουν δέντρα για τον καρπό τους, για το
απόκτημα δε που παράγει κάθε λογής καρπούς, το οποίο ονομάζεται φίλος, με
βραδύτητα και αμέλεια οι περισσότεροι φροντίζουν.
ΕΝΟΤΗΤΑ 11
Εκεί
δε όπου συνέβη η μάχη και στο σημείο από το οποίο, αφού ξεκίνησε και πέρασε τον
Υδάσπη ποταμό, πόλεις έκτισε ο Αλέξανδρος. Και έδωσε μεν στην πόλη το όνομα
Νίκαια από τη νίκη του κατά των Ινδών, στην άλλη δε Βουκεφάλα σε μνήμη του
αλόγου του Βουκεφάλα, το οποίο πέθανε εκεί, επειδή καταβλήθηκε και από τον
καύσωνα και τα γηρατειά, αφού είχε υποφέρει προηγουμένως πολλά και είχε περάσει
πολλούς κινδύνους μαζί με τον Αλέξανδρο, και τον οποίο ίππευε μόνο ο
Αλέξανδρος, επειδή απαξίωνε όλους τους άλλους αναβάτες και (επειδή ήταν)
μεγαλόσωμος και δυνατός. Και είχε σημάδι ένα κεφάλι βοδιού χαραγμένο πάνω του,
εξαιτίας του οποίου και το όνομα αυτό λένε ότι πήρε∙ άλλοι, όμως, λένε ότι είχε
λευκό σημάδι στο κεφάλι, ενώ ο ίδιος ήταν μαύρος, που έμοιαζε πάρα πολύ με
κεφάλι βοδιού. Αυτό το άλογο έχασε ο Αλέξανδρος στη χώρα των Ουξίων και ο
Αλέξανδρος διακήρυξε δημόσια στη χώρα ότι θα εκτελέσει όλους τους Ουξίους, εάν
δεν του επιστρέψουν το άλογο. Τόσο, λοιπόν, ενδιαφερόταν γι’ αυτόν ο
Αλέξανδρος.
ΕΝΟΤΗΤΑ 13
Όταν
ήταν τύραννος ο Διονύσιος, κάποιος Φιντίας, οπαδός του Πυθαγόρα, που είχε
συνωμοτήσει εναντίον του άρχοντα και επρόκειτο να τιμωρηθεί, ζήτησε από το
Διονύσιο χρόνο για να τακτοποιήσει προηγουμένως τις υποθέσεις του∙ είπε δε ότι
θα δώσει ως εγγυητή έναν από τους φίλους του. Και επειδή ο άρχοντας απόρησε αν
υπάρχει τέτοιος φίλος που θα δεχτεί να φυλακιστεί αντί για κείνον, ο Φιντίας
προσκάλεσε κάποιον από τους γνωστούς, Δάμωνα στο όνομα, Πυθαγόρειο φιλόσοφο, ο
οποίος αμέσως μπήκε εγγυητής. Μερικοί, λοιπόν, επαινούσαν την υπερβολή της
αγάπης προς τους φίλους, κάποιοι δε καταλόγιζαν επιπολαιότητα και παραφροσύνη
στον εγγυητή. Την καθορισμένη δε ώρα όλος ο λαός συγκεντρώθηκε περιμένοντας με
αγωνία αν θα τηρήσει ο Φιντίας την υπόσχεση. Και, όταν πια πλησίαζε η ώρα, ο
Φιντίας ανέλπιστα την τελευταία στιγμή ήρθε τρέχοντας. Επειδή, λοιπόν, ο
Διονύσιος εξεπλάγη, απάλλαξε από την τιμωρία τον κατηγορούμενο και προσκάλεσε
τους άνδρες να τον δεχτούν ως φίλο τους.
ΕΝΟΤΗΤΑ 14
Ένα
λιοντάρι κατηγορούσε τον Προμηθέα πολλές φορές, επειδή το έπλασε όμορφο και δυνατότερο
από τα άλλα θηρία∙ «παρόλο που είμαι τέτοιος», έλεγε, «φοβάμαι τον πετεινό».
Και ο Προμηθέας είπε: «Γιατί με κατηγορείς άδικα; Γιατί έχεις όλα τα δικά μου,
όσα μπορούσα να δημιουργήσω∙ η δε ψυχή σου σε αυτό μόνο δειλιάζει». Έκλαιγε,
λοιπόν, τον εαυτό του το λιοντάρι και (τον) κατηγορούσε για δειλία και τελικά
ήθελε να πεθάνει. Κι ενώ βρισκόταν σε αυτή την κατάσταση, συναντάει έναν
ελέφαντα και βλέποντάς τον να κουνάει συνεχώς τα αυτιά του, «Τι παθαίνεις;»,
είπε, « και γιατί επιτέλους δε μένει ακίνητο ούτε για λίγο το αυτί σου;». Και ο
ελέφαντας, καθώς ένα κουνούπι πέταξε τυχαία γύρω του, «Βλέπεις», είπε, «αυτό το
μικρό που βουίζει; Αν μπει στο αυτί μου, πεθαίνω». Και το λιοντάρι, «Γιατί,
λοιπόν, πρέπει πια να πεθάνω», είπε, «αφού είμαι τόσο μεγάλος και πιο τυχερός
από τον ελέφαντα, όσο δυνατότερος είναι ο πετεινός από το κουνούπι;».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου